ανακοινώνω

Alöndö na Wiktionary

Yângâ tî Gerêki[Sepe]

Palî [Sepe]

ανακοινώνω \anaciˈnono\

  1. vunga
    • Τις νέες διοικήσεις σε νοσοκομεία ανακοίνωσε το Υπουργείο Υγείας.