Aller au contenu

ιμάντας

Alöndö na Wiktionary

Yângâ tî Gerêki

[Sepe]

Pandôo

[Sepe]
τμήμα ιμάντα που μεταδίδει κίνηση μηχανής

ιμάντας \iˈman.das\ linô kôlï

  1. (Lëkëngö-kutukutu) kurua
    • στις περισσότερες σύγχρονες μοτοσυκλέτες χαμηλού κυβισμού η κίνηση μεταδίδεται με ιμάντα και όχι με αλυσίδα